ΠΡΟΓΕΝΝΗΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ. ΓΙΑΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟΣ;
Ο προγεννητικός έλεγχος αφορά ένα σύνολο εξετάσεων που πρέπει να πραγματοποιηθούν κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, ορισμένες από τις οποίες να μπορούν να γίνουν ακόμα και πριν το ζευγάρι ξεκινήσει προσπάθειες για την απόκτηση παιδιού.
Ποιοι είναι οι στόχοι του προγεννητικού ελέγχου;
Ο βασικός στόχος του προγεννητικού ελέγχου είναι να επιτευχθεί στον μέγιστο δυνατό βαθμό η ασφάλεια της εγκυμοσύνης για τη μητέρα και να διασφαλιστεί η υγεία του μωρού. Πιο συγκεκριμένα, γίνεται ανίχνευση πιθανών παθήσεων της γυναίκας, που μπορεί να επηρεάσουν την υγεία του παιδιού, πιθανών ανωμαλιών στο έμβρυο και προσδιορισμός των πιθανοτήτων να παρουσιάζει το παιδί κάποια χρωμοσωμακή ανωμαλία.
Ποιες εξετάσεις περιλαμβάνει ο προγεννητικός έλεγχος;
Ο προγεννητικός έλεγχος περιλαμβάνει μια σειρά εξετάσεων που γίνονται σε διάφορες φάσεις της εγκυμοσύνης.
Εξετάσεις αίματος
- Γενική αίματος, επίπεδα φερριτίνης και σιδήρου, προκειμένου να αποκλειστεί η πιθανότητα σιδηροπενικής αναιμίας και να προσδιοριστεί αν η έγκυος χρειάζεται να λάβει συμπλήρωμα διατροφής σιδήρου και φυλλικού οξέος.
- Ομάδα αίματος και Rhesus. Ο γιατρός πρέπει προληπτικά να γνωρίζει την ομάδα αίματος της εγκύου για την σπάνια περίπτωση που στην πορεία της εγκυμοσύνης ή κατά τον τοκετό χρειαστεί μετάγγιση. Πρέπει επίσης να γνωρίζει τον παράγοντα Rhesus (+) ή (-) του πατέρα και της μητέρας. Αν η μητέρα έχει RhD (-) και ο πατέρας RhD (+) είναι πιθανόν το παιδί να έχει RhD (+). Το σώμα της μητέρας μπορεί να το αναγνωρίσει σαν εχθρό και να ξεκινήσει να επιτίθεται στα ερυθρά του αιμοσφαίρια. Αυτό συμβαίνει συνήθως στη δεύτερη εγκυμοσύνη.
- Έλεγχος για μεσογειακή και δρεπανοκυτταρική αναιμία. Η συγκεκριμένη εξέταση συνιστάται να γίνει πρίν ξεκινήσει το ζευγάρι προσπάθειες σύλληψης.
- Ανοσία στην ερυθρά. Σήμερα οι περισσότερες γυναίκες σε αναπαραγωγική ηλικία έχουν εμβολιαστεί κατά της ερυθράς ή έχουν νοσήσει στα παιδικά τους χρόνια . Στην περίπτωση όμως που δεν έχει συμβεί κανένα από τα παραπάνω η έγκυος πρέπει να αποφεύγει κάθε έκθεση σε κίνδυνο γιατί αν μολυνθεί υπάρχει κίνδυνος να παρουσιαστούν προβλήματα στη όραση και στην ακοή του παιδιού.
- Έλεγχος για τους ιούς της ηπατίτιδας, HIV και σύφιλης οι οποίοι μπορούν να βλάψουν τόσο την υγεία της μητέρας, όσο και του εμβρύου.
- Έλεγχος για τοξοπλάσμωση. Το τοξόπλασμα είναι ένα παράσιτο από το οποίο μπορεί κάποιος να μολυνθεί αν έρθει σε επαφή με κόπρανα γάτας, μη παστεριωμένα γαλακτοκομικά ή ωμό κρέας. Αν η έγκυος γυναίκα μολυνθεί από τοξόπλασμα είναι πιθανό να αποβάλει ή να δημιουργηθούν προβλήματα υγείας στο μωρό.
Έλεγχος αυχενικής διαφάνειας
Είναι μια μη επεμβατική εξέταση που πραγματοποιείται στη λήξη του πρώτου τριμήνου της κύησης. Αποτελεί μια εξαιρετικά σημαντική και απολύτως απαραίτητη δοκιμασία που έχει ως στόχο να διαγνώσει εγκαίρως ορισμένες παθήσεις που οφείλονται σε χρωμοσωμακές ανωμαλίες όπως το σύνδρομο Down. Κατά τη διάρκεια της εξέτασης αυτής, μετρούνται η αυχενική διαφάνεια και το ρινικό οστό. Τα μεγέθη αυτά συνδυάζονται με τον έλεγχο 3 παραγόντων στο αίμα της μητέρας (β-hCG, PAPP-A και PGF) και την ηλικία της. Ο έλεγχος αυτός οδηγεί στον προσδιορισμό της πιθανότητας να πάσχει το παιδί από σύνδρομο Down ή άλλες χρωμοσωμακές ανωμαλίες.
Στην περίπτωση που οι πιθανότητες που θα προκύψουν από την αυχενική διαφάνεια είναι αυξημένες, συστήνεται στην έγκυο να προβεί σε περαιτέρω εξετάσεις, όπως λήψη τροφοβλάστης ή αμνιοπαρακέντηση. Οι εξετάσεις αυτές είναι επεμβατικές και ενέχουν έναν ελάχιστο κίνδυνο αποβολής, ωστόσο διαγιγνώσκουν περισσότερες χρωμοσωμακές ανωμαλίες και παθήσεις, με σαφήνεια και όχι βάσει πιθανοτήτων. Οι εξετάσεις αυτές συνιστώνται επίσης και στις γυναίκες με ιστορικό προβληματικής κύησης ή με βεβαρημένο οικογενειακό ιστορικό.
Λήψη τροφοβλάστης
Η εξέταση διενεργείται ανάμεσα στην 11η και τη 15η εβδομάδα της κύησης. Χορηγείται στην έγκυο τοπικό αναισθητικό και με μια λεπτή βελόνα που διέρχεται από την κοιλιά της γίνεται λήψη χοριακών λαχνών από τον πλακούντα. Ο πλακούντας και το έμβρυο προέρχονται από την ίδια σειρά κυττάρων για αυτό τα χρωμοσώματα του πλακούντα είναι ίδια με εκείνα του κυήματος. Η βελόνα παρατηρείται υπερηχογραφικά καθόλη τη διάρκεια της διαδικασίας.
Αμνιοπαρακέντηση
Η αμνιοπαρακέντηση είναι μια επεμβατική δοκιμασία κατά την οποία με μια πολύ λεπτή βελόνα, κάτω από διαρκή υπερηχογραφική παρακολούθηση λαμβάνεται αμνιακό υγρό από τη μήτρα. Το αμνιακό υγρό περιέχει χρωμοσώματα εμβρυικής προέλευσης τα οποία χρησιμοποιούνται για την ανίχνευση χρωμοσωμιακών ανωμαλιών και μεταβολικών ή γενετικών συνδρόμων του εμβρύου. Η αμνιοπαρακέντηση δεν πονάει και δεν χρειάζεται τοπική αναισθησία, καθώς η βελόνα είναι εξαιρετικά λεπτή, πιο λεπτή από αυτή που χρησιμοποιείται για τη λήψη τροφοβλάστης.
Έλεγχος για διαβήτη κύησης
Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ελέγχεται συχνά το σάκχαρο του αίματος με δεδομένο ότι η πιθανότητα ανάπτυξης διαβήτη κύησης δεν είναι αμελητέα. Το 10% των κυήσεων εμφανίζουν διαβήτη, τις περισσότερες φορές χωρίς οι γυναίκες να έχουν ανάλογο ιστορικό.
Αν κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου οι τιμές του σακχάρου είναι αυξημένες, συνιστάται η λήψη της γνώμης διαβητολόγου.
Ωστόσο, ακόμα και αν οι τιμές είναι φυσιολογικές, οι γυναίκες πρέπει ανάμεσα στην 24η και 28η εβδομάδα της εγκυμοσύνης να υποβληθούν σε μια δοκιμασία που ονομάζεται καμπύλη γλυκόζης. Υπάρχουν αρκετές μέθοδοι να πραγματοποιηθεί η συγκεκριμένη εξέταση. Η διαφορά μεταξύ τους βρίσκεται στην ποσότητα γλυκόζης που καλείται να καταναλώσει η έγκυος πριν ξεκινήσουν οι μετρήσεις, καθώς και στον αριθμό των μετρήσεων του σακχάρου του αίματος. Ο γυναικολόγος ή ο διαβητολόγος αποφασίζουν ποια είναι η πιο κατάλληλη μέθοδος για κάθε γυναίκα.
Έλεγχος αρτηριακής πίεσης
Είναι σημαντικό να ελέγχεται η αρτηριακή πίεση κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, καθώς η αύξησή της, κυρίως κατά τη διάρκεια του τρίτου τριμήνου της κύησης, είναι ένδειξη για ορισμένες σπάνιες αλλά σοβαρές καταστάσεις όπως η προεκλαμψία και η εκλαμψία.
Οι παραπάνω εξετάσεις προγεννητικού ελέγχου -πέραν της λήψης τροφοβλάστης και της αμνιοπαρακέντησης που συνιστώνται κατά περίπτωση- πρέπει να γίνονται σε κάθε έγκυο, ανεξάρτητα από την ηλικία της και το ιστορικό της. Ο προγεννητικός έλεγχος είναι απόλυτα απαραίτητος για μια ασφαλή εγκυμοσύνη και για να διασφαλιστεί στον μέγιστο βαθμό η υγεία του εμβρύου.
Σχετικά άρθρα: